The Holy Metropolis of Larissa and Tirnavos
On November 4, 2004 the Metropolis of Larissa celebrated 1680 years since 324 A.D., the year when Saint Contantinos the Great proclaimed it an Episcopate.
It is worth mentioning its significant contribution to the foundation and preservation of the Orthodox Christian faith and tradition.
During the festivities for the 1680 years of the time since the proclamation of Thessaly as an Episcopate,
Mr Demetrios Sophianos that is a professor of the Ionian University presented historical records about the Metropolis of Larissa. As mentioned above, the Metropolis of Larissa became well-known for the diffusion of Christianity to a great number of Christian martyrs, clergymen and seculars.
At the time there were numerous episcopates in Thessaly the clergymen and especially bishops of which were educated and virtuous persons who excelled in their good grounding in Theology.
Many of those bishops were canonized while others were made patriarchs or entered upon the dignity of archbishop.
In the first Christian years, in 324 A.D. the episcopacy of Larissa which was the most significant Thessalian episcopacy was proclaimed archdiocese by Constantine the Great, the founder of Christianity and of the Byzantine imperial power.
The ecclesiastical title of archdiocese implied the privilege of independence that was granted to the archdiocese of Larissa.
In 531 A.D. the Local Synod of Larissa was proclaimed a Metropolis that was at the head of the Thessalian episcopates.
Towards the close of the 9th century A.D., the Metropolis of Larissa was the 34th most important metropolis of those that were subject to the ecumenical throne of Constantinople.
About 25 or 35 episcopates were subject to the jurisdiction of the Metropolis of Larissa. The extent of its power is easily estimated if it is taken into account that today many of these episcopates belong to Thessaly not only geographically but also ecclesiastically. The metropolite of Larissa has been metropolite of Larissa and Tirnavos since 1734.
Number 1471 and 1472 codes of the National Library of Greece provide valuable information about the procedure that was followed for the election of the bishops that belonged to the Metropolis of Larissa in the 17th century.
After a bishop’s death, his resignation, dethronement or transfer, the metropolite of Larissa ordered that the bishops come together in order to make out a list of the candidates for the dignity of archbishop. During the Synod the bishops and those who were present at the place where the Synod took place, came together.
As the barbaric invasions had made Larissa an uninhabited and desert town, the See of the Metropolis of Larissa was transferred to Trikala which remained its See for many centuries.
After the Turkish conquest of Larissa by Vagiatzit I in 1391, Larissa became a Turkish town the inhabitants of which were exclusively Muslims.
Four centuries later, in 1739 the metropolites of Larissa definitively returned to their regular See in Larissa when Patriarch Neofitos III issued a Synodical Epistle according to which the episcopate of Trikki was reformed so that the metropolite of Larissa Iakovos II (1734-1749) left Trikala and settled in Larissa.
The metropolites of Larissa excelled in their godly lives, their Christian deeds and charity and they were canonized.
Saint Achilles is the patron Saint of Larissa and the bishop par excellence of this town. There is a sublime church dedicated to the Saint where the Saint’s relics have been kept since they were taken back to Larissa in the early eighties after centuries of roaming.
Saint Achilles has been one of the most illustrious bishops, in the first Christian years,
in the 4th century A.D. He contributed greatly not only to consolidating the Local Church of Thessaly and Larissa but also to consolidating Christianity in the hard times of its spread. He has been the first archbishop of Larissa and the first prelate to have introduced Christianity to the region.
The Saint’s relics had been forgotten and remained hidden for a long time. They were finally found on February 10, in the 8th century. After having occupied Larissa
in 985-986 A.D., Samuel, the bloodthirsty King of the Bulgarians, stole the Saint’s relics and took them to the Small Prespa lake (Mikri Prespa) where a church dedicated to Saint Achilles was erected. The Byzantine columnist Ioannis Skilitzis has recounted these historic events in detail.
At Saint Achilles’ death and for an uninterrupted period of ten centuries illustrious bishops proved to be worthy of their dignity.
In a church of Trikala dedicated to Saint Anargiri, seven Holy archbishops of Larissa are depicted
on a wall-painting of the north narthex which dates from 1627.
Thomas Horiatis, Kiprianos Thavmatourgos, Antonios Logiotatos and Neos Theologos, Vissarion Proin, Dionisios Eleimon, Markos Isihastis and Vissarion Sotiros are the names of the bishops depicted according to the inscriptions.
As the town of Trikala has been the See of the metropolites of Larissa for centuries, the above bishops are not depicted in a church of Larissa but in a church of Trikala.
It is also worth mentioning the names of three metropolites of Larissa that have been national martyrs.
Bishop Dionisios II, the philosopher, who was also known under the derisive nickname of Skilosophos, met a violent death in Ioannina, in 1601 for having organized a revolt against the Turks.
Bishop Dionisios VII Kalliarhis was hanged
with Grigorios V in the Metropolis of Efesos on April 10, 1821, at Easter.
In 1821 Bishop Bithikousis Dardeos was beheaded by order of Dramali Pasha. All three bishops of Larissa that died martyrs to their faith are ranked among the Saints in the Legendary of the Greek Orthodox Church and Nation.
Η Θεσσαλία από τους αρχαιότατους χρόνους ακόμα, με τους μύθους και τους θρύλους της, αναγνωριζόταν ως η πανάρχαια κοιτίδα της θρησκείας και του πολιτισμού του ελληνικού έθνους.
Στις 4 Νοεμβρίου 2004 η Ιερά Μητρόπολη της Λάρισας συμπλήρωσε 1.680 χρόνια από το έτος 324 όταν ο 'Αγιος και Μέγας Κωνσταντίνος την ονόμασε επισκοπή. Το έργο της περίλαμπρο και επαινετό ως σήμερα και η προσφορά της στη διατήρηση και στερέωση της ορθόδοξης μαρτυρίας και γνήσιας χριστιανικής παράδοσης μεγάλη και ουσιαστική.
Για τον εορτασμό των 1.680 χρόνων της Μητρόπολης πραγματοποιήθηκε ειδική εκδήλωση στη Λάρισα κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ομότιμος Καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Δημήτριος Σοφιανός παρουσίασε ενδιαφέροντα στοιχεία για την ιστορία της Ιεράς Μητρόπολης της πόλης.
Από πολύ νωρίς η Θεσσαλία διακρίθηκε για την εξάπλωση και διάδοση του χριστιανισμού σε μεγάλο αριθμό χριστιανών μαρτύρων, κληρικών και λαϊκών. Δημιουργήθηκε έτσι πλήθος επισκοπών στη Θεσσαλία , με κληρικού και κυρίως επισκόπους, διακρινόμενους για τη θεολογική τους κατάρτιση, την ηθική και γραμματική τους παιδεία σε καιρούς μάλιστα χαλεπούς και κρίσιμους για τον ελληνισμό. Πολλοί από τους επισκόπους αυτούς κατατάχθηκαν στη χορεία των Αγίων της εκκλησίας, ενώ άλλοι ανήλθαν στον πατριαρχικό οικουμενικό θρόνο ή σε άλλα υψηλά αξιώματα.
Την πρώτη, βέβαια, θέση ανάμεσα στις θεσσαλικές επισκοπές κατείχε ανέκαθεν η Λάρισα. Ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, το έτος 324 ανακηρύχθηκε τιμητικά , σύμφωνα με την παράδοση, από το Μέγα Κωνσταντίνο το θεμελιωτή του Χριστιανισμού και της βυζαντινής αυτοκρατορικής εξουσίας, σε αρχιεπισκοπή, με όλα τα προνόμια ανεξαρτησίας και αυτοτέλειας που συνεπάγεται εκκλησιαστικά ο τίτλος αυτός. Διακόσια έτη αργότερα, το 531, με τοπική Σύνοδο που συγκλήθηκε στην πόλη της Λάρισας, ανακηρύσσεται η Λάρισα σε μητρόπολη με επικεφαλής όλων των θεσσαλικών επισκοπών.
Στα τέλη του 9ου αιώνα, η Μητρόπολη Λάρισας κατείχε την 34η θέση στην τάξη των μητροπόλεων των υποκειμένων στον οικουμενικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
Υπάγονταν δε, στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Λάρισας περίπου 25-35 επισκοπές. Η έκταση της δικαιοδοσίας της φαίνεται αν σκεφτεί κανείς ότι πολλές από αυτές τις επισκοπές σήμερα δεν ανήκουν καν στον θεσσαλικό χώρο, ούτε γεωγραφικά ούτε εκκλησιαστικά.
Από το έτος 1734 ο μητροπολίτης Λαρίσης φέρει τον τίτλο «Λαρίσης και Τυρνάβου» που ισχύει έως και σήμερα. Για τον τρόπο εκλογής επισκόπου υπαγομένου στη Μητρόπολη Λαρίσης από τον 17ο αιώνα και μετά, αλλά ασφαλώς και για τους προγενέστερους αιώνες, μας πληροφορούν δύο κώδικες της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλάδος, οι υπ’ αριθμόν 1471 και 1472.
Για την εκλογή, λοιπόν, επισκόπου ίσχυε ότι μετά το θάνατο, την παραίτηση, την καθαίρεση ή τη μετάθεση επισκόπου, συνέρχονταν αμέσως οι επίσκοποι με εντολή του Μητροπολίτη Λάρισας, για τον καταρτισμό των υποψηφίων προς αρχιερατεία για την πλήρωση της καινής θέσεως.
Δεν συνέρχονταν όλοι οι επίσκοποι, αλλά μόνο οι παρευρισκόμενοι στον τόπο όπου γινόταν η Σύνοδος.
Η καθέδρα των μητροπολιτών Λαρίσης για πολλούς αιώνες είχε μεταφερθεί από τη Λάρισα στο Τρίκαλα, διότι η Λάρισα εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών, είχε καταστεί ακατοίκητη και έρημη, ενώ με την τουρκική κατάκτηση το 1391, επί Βαγιαζήτ του Α', είχε καταντήσει τουρκόπολη χωρίς χριστιανούς κατοίκους.
Οι μητροπολίτες της Λάρισας επανήλθαν οριστικά στην κανονική τους έδρα, τη Λάρισα μετά από τέσσερις αιώνες, το 1739, οπότε ανασυστήθηκε η επισκοπή Τρίκκης, με πατριαρχικό συνοδικό γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Νεοφύτου Γ' (Απρίλιος 1739) και ο μητροπολίτης Λαρίσης Ιάκωβος Β' (1734-1749) εγκατέλειψε τα Τρίκαλα και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Οι μητροπολίτες της Λάρισας που λάμπρυναν και έκλεισαν τον ιστορικό τους θρόνο με την οσιακή και κατά Χριστόν ζωή τους, την πλούσια και πολυσχιδή εκκλησιαστική τους δράση και το φιλανθρωπικό και κοινωνικό τους έργο τιμήθηκαν με το φωτοστέφανο της αγιοσύνης και κατατάχθηκαν στο τοπικό αγιολόγιο της εκκλησίας μας.
Δε θα μπορούσε να μη γίνει αναφορά στον κατεξοχήν άγιο ιεράρχη, τον πολιούχο και κραταιό προστάτη της Λάρισας 'Αγιο Αχίλλιο, με τον περικαλλή και επιβλητικό ναό του που δεσπόζει στην πόλη και στον οποίο φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός το τίμιο λεψανό του, που επανήλθε στη θέση του στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μετά από περιπέτειες και περιπλανήσεις αιώνων.
Ο 'Αγιος Αχίλλιος, ένας από τους διαπρεπέστερους ιεράρχες των πρώτων χριστιανικών χρόνων, του Δ' αιώνα, δεν αποτελεί ουσιαστικά κεφάλαιο και κόσμημα μόνο για την τοπική εκκλησία της Θεσσαλίας και της Λάρισας ειδικότερα, αλλά γενικότερα για τον χριστιανισμό στους δύσκολους καιρούς της εξάπλωσης και διάδοσής του. Είναι ο πρώτος γνωστός επίσκοπος της Λάρισας, με τον τίτλο του αρχιεπισκόπου και θεωρείται εισηγητής της νέας θρησκείας της αγαπης και της συγνώμης του Χριστιανισμού στην περιοχή.
Τα λείψανα του Αγίου είχαν λησμονηθεί και παρέμειναν κρυμμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα όταν βρέθηκαν περί τα μέσα του 8ου αιώνα στις 10 Φεβρουαρίου. Όμως κατά την κατάληψη της Λάρισας κατά το έτος 985-986, από το Σαμουήλ των Βουλγάρων, ο οποίος αιχμαλώτισε τους Λαρισαίους και τους μετέφερε στα ενδότερα της Βουλγαρίας, ο Βούλγαρος αιμοσταγής τσάρος έκλεψε τα λείψανα του Αγίου Αχιλλίου και τα μετακόμισε στη νησίδα της μικρής Πρέσπας, όπου ανήγειρε ναό προς τιμήν του. Τα γεγονότα αυτά καταγράφει με λεπτομέρεια ο βυζαντινός χρονογράφος Ιωάννης Σκυλίτζης.
Μετά τον 'Αγιο Αχίλλιο Λαρίσης, ακολουθεί επί 10 σχεδόν αιώνες μία λαμπρή σειρά ιεραρχών που με το έργο και την παρουσία τους κόσμησαν και τίμησαν τον ιστορικό μητροπολιτικό θρόνο της Θεσσαλικής πρωτεύουσας. Σε τοιχογραφία του 1627 στο βόρειο νάρθηκα του ναού των Αγίων Αναργύρων Τρικάλων, απεικονίζονται οι επτά άγιοι αρχιεπίσκοποι της Λάρισας. Σύμφωνα με τις επιγραφές του είναι οι: Θωμάς ο Χωριάτης, Κυπριανός ο Θαυματουργός, Αντώνιος ο Λογιώτατος και Νέος Θεολόγος, Βησσαρίων ο πρώην, Διονύσιος ο Ελεήμων, Μάρκος ο Ησυχαστής και ο Βησσαρίων του Σωτήρος.
Το ότι εικονίζονται σε ναό των Τρικάλων και όχι της Λάρισας, της οποίας ήταν μητροπολίτες, οφείλεται στο γεγονός ότι επί αιώνες τα Τρίκαλα αποτέλεσαν την καθέδρα των μητροπολιτών της Λάρισας.
Τέλος, σημαντικό είναι να αναφερθούν και τα ονόματα τριών μητροπολιτών Λάρισας, ηρωικών μορφών και εθνομαρτύρων. Ο λεοντόθυμος ιεράρχης Διονύσιος ΄Β ο Φιλόσοφος που χλευαστικά τον αποκάλεσαν Σκυλόσοφο, ο οποίος με το παράτολμο και πρόωρο επαναστατικό του κίνημα κατά των Τούρκων βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα 1601 στα Γιάννινα, ο Διονύσιος ΄Ζ Καλλιάρχης, ο οποίος μετατεθείς στη μητρόπολη Εφέσου στις 10 Απριλίου 1821, Κυριακή του Πάσχα, απαγχονίστηκε από τους Τούρκους μαζί με τον Γρηγόριο τον Έ και τον Πολύκαρπο Μπιθικούση τον Δαρδαίο, τον οποίο στα 1821 οι Τούρκοι με εντολή του Δράμαλη Πασά καρατόμησαν. Και οι τρεις αυτοί μητροπολίτες της Λάρισας, με το φωτοστέφανο του μαρτυρίου τους και το αίμα τους, κατέχουν εξέχουσα θέση στο Συναξάρι της Εκκλησίας μας και του Έθνους.
Πηγή: Ι.Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου
Στις 4 Νοεμβρίου 2004 η Ιερά Μητρόπολη της Λάρισας συμπλήρωσε 1.680 χρόνια από το έτος 324 όταν ο 'Αγιος και Μέγας Κωνσταντίνος την ονόμασε επισκοπή. Το έργο της περίλαμπρο και επαινετό ως σήμερα και η προσφορά της στη διατήρηση και στερέωση της ορθόδοξης μαρτυρίας και γνήσιας χριστιανικής παράδοσης μεγάλη και ουσιαστική.
Για τον εορτασμό των 1.680 χρόνων της Μητρόπολης πραγματοποιήθηκε ειδική εκδήλωση στη Λάρισα κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ομότιμος Καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Δημήτριος Σοφιανός παρουσίασε ενδιαφέροντα στοιχεία για την ιστορία της Ιεράς Μητρόπολης της πόλης.
Από πολύ νωρίς η Θεσσαλία διακρίθηκε για την εξάπλωση και διάδοση του χριστιανισμού σε μεγάλο αριθμό χριστιανών μαρτύρων, κληρικών και λαϊκών. Δημιουργήθηκε έτσι πλήθος επισκοπών στη Θεσσαλία , με κληρικού και κυρίως επισκόπους, διακρινόμενους για τη θεολογική τους κατάρτιση, την ηθική και γραμματική τους παιδεία σε καιρούς μάλιστα χαλεπούς και κρίσιμους για τον ελληνισμό. Πολλοί από τους επισκόπους αυτούς κατατάχθηκαν στη χορεία των Αγίων της εκκλησίας, ενώ άλλοι ανήλθαν στον πατριαρχικό οικουμενικό θρόνο ή σε άλλα υψηλά αξιώματα.
Την πρώτη, βέβαια, θέση ανάμεσα στις θεσσαλικές επισκοπές κατείχε ανέκαθεν η Λάρισα. Ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, το έτος 324 ανακηρύχθηκε τιμητικά , σύμφωνα με την παράδοση, από το Μέγα Κωνσταντίνο το θεμελιωτή του Χριστιανισμού και της βυζαντινής αυτοκρατορικής εξουσίας, σε αρχιεπισκοπή, με όλα τα προνόμια ανεξαρτησίας και αυτοτέλειας που συνεπάγεται εκκλησιαστικά ο τίτλος αυτός. Διακόσια έτη αργότερα, το 531, με τοπική Σύνοδο που συγκλήθηκε στην πόλη της Λάρισας, ανακηρύσσεται η Λάρισα σε μητρόπολη με επικεφαλής όλων των θεσσαλικών επισκοπών.
Στα τέλη του 9ου αιώνα, η Μητρόπολη Λάρισας κατείχε την 34η θέση στην τάξη των μητροπόλεων των υποκειμένων στον οικουμενικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
Υπάγονταν δε, στη δικαιοδοσία της Μητρόπολης Λάρισας περίπου 25-35 επισκοπές. Η έκταση της δικαιοδοσίας της φαίνεται αν σκεφτεί κανείς ότι πολλές από αυτές τις επισκοπές σήμερα δεν ανήκουν καν στον θεσσαλικό χώρο, ούτε γεωγραφικά ούτε εκκλησιαστικά.
Από το έτος 1734 ο μητροπολίτης Λαρίσης φέρει τον τίτλο «Λαρίσης και Τυρνάβου» που ισχύει έως και σήμερα. Για τον τρόπο εκλογής επισκόπου υπαγομένου στη Μητρόπολη Λαρίσης από τον 17ο αιώνα και μετά, αλλά ασφαλώς και για τους προγενέστερους αιώνες, μας πληροφορούν δύο κώδικες της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλάδος, οι υπ’ αριθμόν 1471 και 1472.
Για την εκλογή, λοιπόν, επισκόπου ίσχυε ότι μετά το θάνατο, την παραίτηση, την καθαίρεση ή τη μετάθεση επισκόπου, συνέρχονταν αμέσως οι επίσκοποι με εντολή του Μητροπολίτη Λάρισας, για τον καταρτισμό των υποψηφίων προς αρχιερατεία για την πλήρωση της καινής θέσεως.
Δεν συνέρχονταν όλοι οι επίσκοποι, αλλά μόνο οι παρευρισκόμενοι στον τόπο όπου γινόταν η Σύνοδος.
Η καθέδρα των μητροπολιτών Λαρίσης για πολλούς αιώνες είχε μεταφερθεί από τη Λάρισα στο Τρίκαλα, διότι η Λάρισα εξαιτίας των βαρβαρικών επιδρομών, είχε καταστεί ακατοίκητη και έρημη, ενώ με την τουρκική κατάκτηση το 1391, επί Βαγιαζήτ του Α', είχε καταντήσει τουρκόπολη χωρίς χριστιανούς κατοίκους.
Οι μητροπολίτες της Λάρισας επανήλθαν οριστικά στην κανονική τους έδρα, τη Λάρισα μετά από τέσσερις αιώνες, το 1739, οπότε ανασυστήθηκε η επισκοπή Τρίκκης, με πατριαρχικό συνοδικό γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Νεοφύτου Γ' (Απρίλιος 1739) και ο μητροπολίτης Λαρίσης Ιάκωβος Β' (1734-1749) εγκατέλειψε τα Τρίκαλα και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Οι μητροπολίτες της Λάρισας που λάμπρυναν και έκλεισαν τον ιστορικό τους θρόνο με την οσιακή και κατά Χριστόν ζωή τους, την πλούσια και πολυσχιδή εκκλησιαστική τους δράση και το φιλανθρωπικό και κοινωνικό τους έργο τιμήθηκαν με το φωτοστέφανο της αγιοσύνης και κατατάχθηκαν στο τοπικό αγιολόγιο της εκκλησίας μας.
Δε θα μπορούσε να μη γίνει αναφορά στον κατεξοχήν άγιο ιεράρχη, τον πολιούχο και κραταιό προστάτη της Λάρισας 'Αγιο Αχίλλιο, με τον περικαλλή και επιβλητικό ναό του που δεσπόζει στην πόλη και στον οποίο φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός το τίμιο λεψανό του, που επανήλθε στη θέση του στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μετά από περιπέτειες και περιπλανήσεις αιώνων.
Ο 'Αγιος Αχίλλιος, ένας από τους διαπρεπέστερους ιεράρχες των πρώτων χριστιανικών χρόνων, του Δ' αιώνα, δεν αποτελεί ουσιαστικά κεφάλαιο και κόσμημα μόνο για την τοπική εκκλησία της Θεσσαλίας και της Λάρισας ειδικότερα, αλλά γενικότερα για τον χριστιανισμό στους δύσκολους καιρούς της εξάπλωσης και διάδοσής του. Είναι ο πρώτος γνωστός επίσκοπος της Λάρισας, με τον τίτλο του αρχιεπισκόπου και θεωρείται εισηγητής της νέας θρησκείας της αγαπης και της συγνώμης του Χριστιανισμού στην περιοχή.
Τα λείψανα του Αγίου είχαν λησμονηθεί και παρέμειναν κρυμμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα όταν βρέθηκαν περί τα μέσα του 8ου αιώνα στις 10 Φεβρουαρίου. Όμως κατά την κατάληψη της Λάρισας κατά το έτος 985-986, από το Σαμουήλ των Βουλγάρων, ο οποίος αιχμαλώτισε τους Λαρισαίους και τους μετέφερε στα ενδότερα της Βουλγαρίας, ο Βούλγαρος αιμοσταγής τσάρος έκλεψε τα λείψανα του Αγίου Αχιλλίου και τα μετακόμισε στη νησίδα της μικρής Πρέσπας, όπου ανήγειρε ναό προς τιμήν του. Τα γεγονότα αυτά καταγράφει με λεπτομέρεια ο βυζαντινός χρονογράφος Ιωάννης Σκυλίτζης.
Μετά τον 'Αγιο Αχίλλιο Λαρίσης, ακολουθεί επί 10 σχεδόν αιώνες μία λαμπρή σειρά ιεραρχών που με το έργο και την παρουσία τους κόσμησαν και τίμησαν τον ιστορικό μητροπολιτικό θρόνο της Θεσσαλικής πρωτεύουσας. Σε τοιχογραφία του 1627 στο βόρειο νάρθηκα του ναού των Αγίων Αναργύρων Τρικάλων, απεικονίζονται οι επτά άγιοι αρχιεπίσκοποι της Λάρισας. Σύμφωνα με τις επιγραφές του είναι οι: Θωμάς ο Χωριάτης, Κυπριανός ο Θαυματουργός, Αντώνιος ο Λογιώτατος και Νέος Θεολόγος, Βησσαρίων ο πρώην, Διονύσιος ο Ελεήμων, Μάρκος ο Ησυχαστής και ο Βησσαρίων του Σωτήρος.
Το ότι εικονίζονται σε ναό των Τρικάλων και όχι της Λάρισας, της οποίας ήταν μητροπολίτες, οφείλεται στο γεγονός ότι επί αιώνες τα Τρίκαλα αποτέλεσαν την καθέδρα των μητροπολιτών της Λάρισας.
Τέλος, σημαντικό είναι να αναφερθούν και τα ονόματα τριών μητροπολιτών Λάρισας, ηρωικών μορφών και εθνομαρτύρων. Ο λεοντόθυμος ιεράρχης Διονύσιος ΄Β ο Φιλόσοφος που χλευαστικά τον αποκάλεσαν Σκυλόσοφο, ο οποίος με το παράτολμο και πρόωρο επαναστατικό του κίνημα κατά των Τούρκων βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα 1601 στα Γιάννινα, ο Διονύσιος ΄Ζ Καλλιάρχης, ο οποίος μετατεθείς στη μητρόπολη Εφέσου στις 10 Απριλίου 1821, Κυριακή του Πάσχα, απαγχονίστηκε από τους Τούρκους μαζί με τον Γρηγόριο τον Έ και τον Πολύκαρπο Μπιθικούση τον Δαρδαίο, τον οποίο στα 1821 οι Τούρκοι με εντολή του Δράμαλη Πασά καρατόμησαν. Και οι τρεις αυτοί μητροπολίτες της Λάρισας, με το φωτοστέφανο του μαρτυρίου τους και το αίμα τους, κατέχουν εξέχουσα θέση στο Συναξάρι της Εκκλησίας μας και του Έθνους.
Πηγή: Ι.Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου